top of page
Kostas Kogiopoulos

Η ΑΛΥΚΗ ΤΗΣ ΚΩ

Updated: Sep 13, 2020



Το αλάτι δεν είναι άλλο από το χλωριούχο νάτριο, το οποίο είναι άχρωμο με κρυσταλλική μορφή και το παίρνουμε είτε από τη θάλασσα, στις αλυκές, είτε από τη γη, στα αλατωρυχεία.

Αλυκή ονομάζεται ο τόπος συλλογής του αλατιού, όταν αυτή γίνεται από εξάτμιση θαλάσσιου νερού με την επίδραση της θέρμανσης από τον ήλιο και τον αέρα. Οι αλυκές αποτελούνται από αβαθείς δεξαμενές, που διαιρούνται σε επιμέρους διαμερίσματα, και μέσα σε αυτές κυκλοφορεί θαλασσινό νερό, το οποίο μετά την εξάτμισή του αφήνει το αλάτι που περιείχε. Το έδαφος συνήθως των αλυκών διαθέτει αργιλικό υπόστρωμα, που συγκρατεί το νερό, ώστε να μην είναι υδατοδιαπερατό. Το αλάτι που λαμβάνεται από τις αλυκές, πριν έρθει στην κατανάλωση, υφίσταται κατάλληλη κατεργασία, για να καθαριστεί.





Οι απαρχές της συνειδητής και συστηματικής προσπάθειας του ανθρώπου για την απόκτηση αλατιού ανάγονται στις αρχές της 10ης περίπου χιλιετίας π. Χ. Οι τρόποι παραγωγής ποικίλουν ανάλογα με τις δυνατότητες κάθε αλατοφόρου περιοχής, αλλά και με τις κλιματικές συνθήκες που επικρατούν σ’ αυτήν.

Οι μεσογειακοί πολιτισμοί θεωρούνταν πλούσιοι, επειδή δεν αντιμετώπισαν ποτέ πρόβλημα στην παραγωγή αλατιού.

Η ύπαρξη της Αλυκής στην Κω αναφέρεται από την περίοδο της τουρκοκρατίας. Το 1850 περίπου την Αλυκή ενοικίασε ο καπετάν Κώστας Ι. Μυλωνάς, πριν η τουρκική κυβέρνηση επιβάλλει το μονοπώλιο του αλατιού. Η αλαταποθήκη βρισκόταν δυτικά του στομίου του λιμανιού, δίπλα δηλαδή στα γραφεία σήμερα της ΔΕΗ[i].

Το 1940 κτίστηκε το νέο μηχανοκίνητο αντλιοστάσιο.

Σχετικά με την Αλυκή της Κω υπάρχουν οι εξής πληροφορίες:

1) Στο βιβλίο πρακτικών του Δημοτικού Συμβουλίου Κω[ii] από τις 16/5/1945 έως τις 10/4/1948 υπάρχει η έκθεση του Δημάρχου Γ. Κουτσουράδη που στην παράγραφο «Αλυκαί» αναφέρει: «Υπήρχε μία εν Κω. Προπολεμικώς αύτη ηδύνατο να παράγη περί τα 2.000.000 χιλιόγρ., η δε αξία του άλατος εκυμαίνετο περί την μίαν λιρέτταν το χιλιόγρ. Η σημερινή παραγωγικότης ανέρχεται εις 800.000 χιλιόγρ. Τούτο οφείλεται εις την έλλειψιν εργατικών χειρών κατά την τελευταίαν πολεμικήν περίοδον, λόγω της μεταναστεύσεως και της καταναγκαστικής εκ μέρους των Γερμανών εργασίας διά στρατιωτικά έργα ως και εις την ελλιπή εκμετάλλευσιν λόγω των πολεμικών συνθηκών. Ευρυνομένη και αρτιώτερον εκμεταλλευομένη τη βοηθεία μίας ακόμη ατμαντλίας ως και άλλων συμπληρωματικών οργάνων, δύναται να αποδώση περί τα 3.000.000 χιλιόγρ. ετησίως. Η σημερινή του άλατος αξία κυμαίνεται περί τας 4 λιρέττας το χιλιόγρ. Δυστυχώς όμως η εκμετάλλευσις της αλυκής διεξάγεται από το μονοπώλιον του Κράτους, όπως και ο καπνός, ο δε Δήμος ήδη ήρχισεν ενεργείας ζητών το δικαίωμα της τοιαύτης εκμεταλλεύσεως, ίνα καλύψη το παθητικόν του προϋπολογισμού του, μη υπαρχόντων προς το παρόν άλλων φορολογικών προς τούτο πόρων».

2) Στο βιβλίο του υπουργείου ανοικοδομήσεως[iii] που έγραψε ο μηχανικός- μεταλλειολόγος -γεωφυσικός Δρ. Κ. Ε. Ζάχος στο λήμμα αλυκαί αναφέρει: «Μία και μόνη αλυκή υπάρχει εις τα Δωδεκά­νησα. Ευρίσκεται εις την βορείαν παραλίαν της νήσου Κω, και συν­δέεται μετά της πόλεως της Κω δια παραθαλασσίας οδού μήκους 12 χιλιομέτρων. Η αλυκή, όπως άλλωστε και όλος ο ορυκτός πλού­τος των Δωδεκανήσων, ανήκε μέχρι της απελευθερώσεως των εις το ιταλικόν Κράτος. Από της απελευθερώσεως και μέχρι σήμερον διαχειρίζεται αυτήν η προσωρινή κυβέρνησις Δωδεκανήσων. Η αλυκή δεν εκαλλιεργήθη το 1946, διότι υπήρχε περίσσεια άλατος από την παραγωγήν του προηγουμένου έτους. Η έκτασις, την οποίαν καλύ­πτει, είναι περί τα 1.200 στρέμματα με υψόμετρον 2 -3 μ. περίπου κάτωθεν της επιφανείας της θαλάσσης. Η αλυκή αποτελείται από αντλιοστάσιον (το κτήριον εις καλήν κατάστασιν), εκ του οποίου έχουν διαρπαγή αι δύο αντλίαι, αναρροφητικής ικανότητος εκάστη 50 κ.μ. ύδατος ανά ώραν, μικράν αποθήκην και θαλασσαγωγόν εν καλή καταστάσει. Μόνιμα αλοπήγια δεν υπάρχουν, αλλά κατ’ έτος σχημα­τίζονται διά πηλού πρόχειρα. Η συνήθης παραγωγή της αλυκής διά μίας μόνον πήξεως είναι 2 - 2,5 χιλιάδες τόννοι άλατος, πολύ καλής ποιότητος, όπως δεικνύει ή εις την Γεωλογικήν Υπηρεσίαν της Ελλάδος γενομένη ανάλυσίς του. Δια την παραγωγήν αυτήν απητούντο κατά το παρελθόν περί τα 1.600 εργατικά ημερομίσθια.

Η ανάλυσις δείγματος μαγειρικού άλατος εκ της αλυκής της νήσου Κω έδωσε : Υγρασία 7,64%, Αδιάλυτοι ουσίαι 0.06%, Ά­σβεστος 0.02%, Μαγνησία 0.36%, θειϊκόν οξύ 0.6%. Εκ των στοι­χείων τούτων συνάγεται ή κάτωθι εκατοστιαία σύστασις του άλατος : Υγρασία 7.64% Αδιάλυτοι ουσίαι 0.06%, θειϊκόν ασβέστιον 0.05%, Μαγνήσιον 0.04%, Χλωρ. μαγνήσιον 0.82%, Χλωρ. Νάτριον 91.39%.

Η αλυκή δύναται ευκόλως να καλλιεργηθεί αρκεί να τοποθετη­θούν δύο αντλίαι αναρροφητικής ικανότητος 50 κ. μ. ανά ώραν εκάστη».

Το 1943 χρησιμοποιήθηκε σαν αεροδρόμιο από τους Βρετανούς. Με τη γερμανική επίθεση τον Οκτώβριο 1943 εγκατέλειψαν τα αεροπλάνα που έμεναν εκεί ακινητοποιημένα και μετά τον πόλεμο. Με το τέλος του πολέμου, όταν η αλυκή άρχισε να λειτουργεί, την ενοικίασαν τα αδέλφια Αδαμάντιος και Γεώργιος Αδαμαντίδης.

Μέχρι το τέλος του '70 η Αλυκή παρήγαγε αλάτι, μετά σταμάτησε και εγκαταλείφθηκε. Το σιδηροδρομικό υλικό αλλά και οι μηχανές υπήρχαν μέχρι τις αρχές του 2000, μετά όλα "εξαφανίστηκαν" όπως σε όλα τα εργοστάσια της Κω που έκλεισαν.




Την δεκαετία του ‘60 κτίστηκε δίπλα στο αντλιοστάσιο και το μηχανοστάσιο.










Ο ΒΙΟΤΟΠΟΣ

Σήμερα η αλυκή δεν παράγει πια αλάτι είναι εγκαταλελειμμένη στο έλεος του καιρού.

Επειδή όμως οι αλυκές είναι συνήθως ιδανικά μέρη για τη συγκέντρωση αποδημητικών πτηνών, σε αρκετές περιπτώσεις χαρακτηρίζονται ως προστατευόμενες περιοχές. Η αλυκή της Κω απέκτησε νέο ρόλο τους χειμερινούς μήνες είναι καταφύγιο πανέμορφων φλαμίνγκο και άλλων υδρόβιων πουλιών. Χαρακτηρίστηκε υδροβιότοπος Natura. Παραμένει όμως αφύλακτη χωρίς να είναι οργανωμένο κέντρο παρατήρησης.

ΠΗΓΕΣ [i] Πειραματικό γυμνάσιο Μυτιλήνης – 1ο Ιπποκράτειο γυμνάσιο Κω. Το άλας της Λέσβου, το άλας της Κω Μυτιλήνη Κως 2003. σσ. 46 – 47. Ι. Ζαρράφτης: παρά τον λαιμόν του στομίου του λιμένος ευρεία αλατοποθήκη μετά παρακειμένου οικήματος αυτής. [ii] Ε.Ι.Λ.Α.Κ., Βιβλίον Πρακτικών του Δημοτικού Συμβουλίου Κω από τις 16/5/1945 έως τις 10/4/1948, καταγραφή αρ. 119. Συντάκτες είναι ο Γ. Κουτσουράδη και Ν. Χατζηβασιλείου. Το κείμενο γράφτηκε την 1η Δεκεμβρίου, δηλαδή 7 μήνες μετά το τέλος του ΙΙ Παγκοσμίου Πολέμου και την ανάληψη της διαχείρισης του νησιού από τους Άγγλους εντολοδόχους των συμμάχων. [iii] Υπουργείο Ανοικοδομήσεως, Δωδεκάνησος. Τετράτομος μελέτη του Υπουργείου ανοικοδομήσεως και συνεργατών του υπό την διεύθυνσιν του Κ.Α. Δοξιάδη. Α. Γενική Περιγραφή, Αθήναι 1947. σ.σ. 167 – 168.

49 views0 comments

Comments


bottom of page