top of page
  • Kostas Kogiopoulos

FLORESTANO DI FAUSTO

Updated: Nov 17, 2021




Ο Florestano Di Fausto γεννήθηκε στο Rocca Canterano, ένα μικρό χωριό του Lazio, όχι μακριά από το Subiaco, στις 16 Ιουλίου 1890. Ήταν γιος τσαγκάρη και είχε πολλά αδέλφια. Ο πιο γνωστός ήταν ο πρωτότοκος, ο Amanto (1878-1933)[1], ιδρυτής του τμήματος του Λαϊκού Κόμματος του Don Luigi Sturzo στο Lazio. Τον Amanto εκτιμούσε πολύ ο Florestano, αλλά και εκείνος τον βοήθησε πολύ στα πρώτα του βήματα.

Αποφοίτησε ως αρχιτέκτονας από την Ακαδημία Καλών Τεχνών το 1914 και πήρε πτυχίο πολιτικού μηχανικού το 1922. Το έργο του είναι πολυδιάστατο. Πρόκειται για τον Ιταλό αρχιτέκτονα που άφησε το πιο δυνατό στίγμα στα Δωδεκάνησα. Θεωρείται ο κατ’ εξοχήν αρχιτέκτονας των αποικιών και χαρακτηρίστηκε ως ο αρχιτέκτονας της Μεσογείου. Κατά το διάστημα που εργαζόταν εκπόνησε μεγάλο όγκο αρχιτεκτονικών και πολεοδομικών μελετών· μια παραγωγή που δεν είναι εύκολο να ταξινομηθεί. Υπήρξε φύση ανήσυχη και αντιφατική, εργασιομανής και προσεκτικός στις λεπτομέρειες. Με ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία, που ενίοτε τον επηρέαζε στη σχέση του με τους συναδέλφους και τους εργοδότες του.

Ο Di Fausto[2] έμεινε αγνοημένος σε σύγκριση με το έργο του, ίσως διότι δραστηριοποιήθηκε σε διαφορετικά, μακρινά μέρη, λίγο στη Ρώμη και αρκετά στην Ιταλία, πολύ στο εξωτερικό, τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ιταλικές Κτήσεις της Μεσογείου, όπως τα Δωδεκάνησα, την Αλβανία, τη Λιβύη.

Τα έργα του Di Fausto χαρακτηρίζονται από τον εκλεκτικισμό. Αυτή του η επιλογή τού επέτρεψε να προσαρμοστεί σε διάφορους τόπους και διαφορετικές πολιτιστικές καταστάσεις.

Το επαγγελματικό του ντεμπούτο έγινε με το Μνημείο του πάπα Πίου Χ (γλύπτης ήταν ο Astorri) στον Άγιο Πέτρο (1916-1923). Βέβαια η επιλογή του νεαρού αρχιτέκτονα σαφώς επηρεάστηκε από τη διαμεσολάβηση του αδελφού του Amanto. Τον Ιανουάριο του 1921 ο Di Fausto έγινε σύμβουλος, ή πιο συγκεκριμένα τεχνικός «εμπειρογνώμονας» του Υπουργείου Εξωτερικών, μια αφετηρία που καθόρισε ένα μεγάλο μέρος της μελλοντικής επαγγελματικής του δραστηριότητας.



Πράγματι, αυτός ο δεσμός με το Υπουργείο Εξωτερικών έδωσε στον Di Fausto την πρώτη σημαντική ευκαιρία να εργαστεί εκτός Ιταλίας. Με την ιδιότητα του συμβούλου σχεδίασε, κατασκεύασε και ανακαίνισε πολυάριθμες ιταλικές πρεσβείες και προξενεία: σε Βελιγράδι, Κάιρο, Άγκυρα, Τύνιδα, Κοπεγχάγη, Στοκχόλμη, Χάγη, Σόφια, Κωνσταντινούπολη, Όσλο, Θεσσαλονίκη, Νίκαια, Λισαβόνα, Μαδρίτη, Βρυξέλλες, Μπουένος Άιρες και Λονδίνο. Στη συνέχεια, μετά τη Συνθήκη του Λατερανού το 1929, έκανε την παρέμβαση στο κτήριο του πάπα Πίου IV στο Βατικανό, που έγινε η Ιταλική Πρεσβεία στην Αγία Έδρα (1930).


Ο FLORESTANO DI FAUSTO ΣΤΑ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ

Η παραμονή του Di Fausto στη Ρόδο αποτελεί την πιο ευτυχισμένη περίοδο της καριέρας του[3]. Η παρέμβαση του Di Fausto στα Δωδεκάνησα άρχισε το Φεβρουάριο του 1923, όταν τον κάλεσε ο Mario Lago για να εργασθεί στη Ρόδο, επισημαίνοντάς του τη μοναδική αυτή ευκαιρία και το τεράστιο έργο που θα έπρεπε να αναλάβει.

Την 1η Απριλίου 1923 ο Di Fausto ξεκίνησε για τη Ρόδο, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος του έτους. Επέστρεφε εκεί επανειλημμένα κατά τα επόμενα χρόνια. Τελικά επέστρεψε στην Ιταλία στις 19 Οκτωβρίου 1926. Κατά τη διάρκεια αυτών των τριών ετών άφησε ένα σημαντικό έργο. Οι διαφωνίες του όμως με τον Mario Lago τον οδήγησαν σε αποχώρηση από τα νησιά. Όπως δήλωσε αργότερα ο ίδιος, οι σχέσεις του με τον Lago επιδεινώθηκαν γρήγορα, λόγω των παρεμβάσεων, αλλά και των ανυποχώρητων απαιτήσεων του εν λόγω Κυβερνήτη, αλλά και για τις χαμηλές οικονομικές απολαβές που είχε από την εργασία του. Αργότερα όμως θα περιγράψει την περίοδο της Ρόδου ως «τέσσερα χρόνια αρκετά έξυπνης και υπερβολικά τίμιας δραστηριότητας». Αυτά τα 3 χρόνια ήταν τα πιο γόνιμα και επιτυχημένα της επαγγελματικής του παραγωγής.

Στη Ρόδο και τα μικρότερα νησιά άφησε ένα μεγάλο αριθμό κτηρίων, στα οποία βρήκε το εκφραστικό του ύφος στον εκλεκτικισμό. Τα κτήρια του, τόσο στη Ρόδο, όσο και στην Κω, τη Λέρο, την Κάλυμνο και το Καστελόριζο έχουν ένα στυλ που είναι σαφώς διακριτό. Η πρώτη από τις εργασίες του Di Fausto στα νησιά ήταν η κατάρτιση του Ρυθμιστικού Σχεδίου (Piano Regolatore) της Ρόδου για την επέκταση και την αποκατάσταση της πόλης που ολοκληρώθηκε στις 29 Ιανουαρίου 1926.

Κατά τη σύνθεση των σχεδίων του αναμίγνυε στοιχεία τοπικής αρχιτεκτονικής και παράδοσης (σύμφωνα βέβαια με αυτό που ίδιος πίστευε και θεωρούσε τοπική παράδοση)[4]. Προσάρμοσε διακριτικά τα διαφορετικά στυλ και έκανε αναφορές σε διαφορετικούς πολιτισμούς και εποχές, άλλοτε ξένες για τη δωδεκανησιακή παράδοση και άλλοτε ανάλογες, δημιουργώντας έτσι περισσότερο ή λιγότερο «ξένα» στιλιστικά μείγματα. Τα έργα του Di Fausto στη Ρόδο και την Κω φαίνεται να αντιγράφουν βυζαντινά, βενετσιάνικα και ιπποτικά στοιχεία και ρυθμούς, καθώς και το ρωμαϊκό στυλ του 16ου αιώνα. Δεν αγνόησε τις οθωμανικές και ανατολίτικες τοπικές κατασκευές, δημιουργώντας έτσι εμβληματικά μοτίβα μιας αναθεωρημένης Εγγύς Ανατολής. Αυτός ο εκλεκτικισμός ήταν απόλυτα σύμφωνος με τη σύνθετη περιβαλλοντική κατάσταση και με τις κατευθυντήριες γραμμές της ιστορίας και της πολυπολιτισμικής πολιτικής που εγκαινίασε ο Mario Lago. Ο Di Fausto συνολικά έχτισε επαύλεις, δημόσια κτήρια, εκκλησίες, στρατώνες, αγορές και σχολεία. Στην Κω σχεδίασε το Κυβερνητικό Κτήριο (Διοικητήριο), που ξεκίνησε στις 6 Νοεμβρίου 1926 και ολοκληρώθηκε το 1929, αλλά και το Δημαρχείο και την εκκλησία του Agnus Dei, η οποία, με το κωνικό καμπαναριό της στην πρόσοψη, είναι η πιο ευφάνταστη και ζωντανή δημιουργία του με την αριστοτεχνική συμμετρία των γραμμών της.

Όταν το 1927 ο Di Fausto εγκατέλειψε τα νησιά, άφησε στους διαδόχους του, Petracco, Bernabiti και Lombardi, τη βαριά στιλιστική του κληρονομιά, οι οποίοι, έχοντας εκπαιδευθεί κοντά του, συνέχισαν το έργο του. Χάρη στην εύνοια του Mussolini επελέγη, μεταξύ 1926 και 1928, να συντάξει το σχέδιο της πόλης Nuova Predappio, γενέτειρας του Mussolini.

Ακολούθησαν οι σημαντικές εργασίες του στην Αλβανία. Το 1932 διαδέχθηκε τον Alessandro Limongelli στη Λιβύη, όπου, υπό τη διοίκηση του Italo Balbo (1934-1940), έγινε ο πρωταγωνιστής της αρχιτεκτονικής σκηνής της περιοχής. Δημιούργησε έναν τεράστιο αριθμό έργων, αποτελούμενο από οικιστικές έως στρατιωτικές κατασκευές, αλλά και μνημεία.

Έως αυτή την περίοδο οι χειρισμοί ιστορικών στυλ που είχαν χαρακτηρίσει την εκλεκτικιστική του άποψη, αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής του. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ο Di Fausto φαίνεται να δοκιμάζει με προσοχή τα μοντέρνα αρχιτεκτονικά ρεύματα, χωρίς όμως ποτέ να ενταχθεί σ’ αυτά.

Στις 21 Φεβρουαρίου 1930 ενεπλάκη σε ένα πολύ σοβαρό αεροπορικό ατύχημα, όταν το αεροπλάνο στο οποίο επέβαινε έπεσε στη θάλασσα. Κατόρθωσε να διασωθεί και μαζί με άλλους περισυλλέχθηκαν από το πλοίο “Città di Tripoli” μετά από δώδεκα ώρες παραμονής στο Άνω Τυρρηνικό Πέλαγος.

Αμέσως μετά τον πόλεμο, ο Di Fausto συνέχισε το επάγγελμά του, αλλά ταυτόχρονα ασχολήθηκε και με την πολιτική. Χάρη στη δράση τού αδελφού του Amanto στο Λαϊκό Κόμμα του Don Sturzo, προσκλήθηκε από το νέο Καθολικό Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα, να συμμετάσχει ως αναπληρωτής στη Συντακτική Συνέλευση του Κόμματος. Η περίοδος ως Χριστιανοδημοκράτη βουλευτή χαρακτηρίστηκε από έλλειψη πειθαρχίας και σκληρές επιθέσεις ακόμη και στον αρχηγό De Gasperi. Λόγω ενός σκανδάλου που σχετίζεται με το επεισόδιο Enrico Mattei-Di Fausto, που κράτησε από το 1948 έως το 1953, αποχώρησε από το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα και προσχώρησε στο μοναρχικό κόμμα.



Από τις ομιλίες του στη Βουλή σημαντική ήταν αυτή σχετικά με τη Μπιενάλε της Βενετίας του 1948, που κυκλοφόρησε με τον τίτλο: Η πνευματική φθορά και η κρίση της «σύγχρονης τέχνης». Ομιλία στη Βουλή κατά τη συνεδρίασή της στις 23 Φεβρουαρίου 1949 (Ρώμη 1949). Ο Di Fausto, αποξενωμένος και αγανακτισμένος, ανίκανος και απρόθυμος να ακούσει τους απόηχους ενός νέου και ζωντανού πολιτιστικού κλίματος, ανέφερε ότι: μια «πυρετώδης και παράλογη επιθυμία για το νέο» είχε εδραιωθεί στη βάση του σύγχρονου πολιτισμού και διακήρυξε ότι: η αφαιρετική τέχνη, ο σχετικισμός, ο υπαρξισμός δεν ήταν άλλο παρά «εκδηλώσεις παρακμής».

Πέθανε στη Ρώμη στις 11 Ιανουαρίου 1965, αφού συνέχισε ακούραστα την επαγγελματική του δραστηριότητα, αρνούμενος κάθε ουσιαστική πολιτιστική αναθεώρηση και εκσυγχρονισμό. Υπήρξε μέλος των Ακαδημιών του San Luca και Virtuosi del Pantheon και υπήρξε Πρόεδρος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών στη Ρώμη.

[1] Τότε καθολικός βουλευτής σε διάφορα νομοθετικά σώματα, αργότερα προσχώρησε στο φασιστικό κόμμα. [2] Miano G., “Florestano di Fausto-from Rhodes to Libya”, Environmental Design: Journal of the Islamic Environmental Design Research Centre, Rome 1990, σσ. 56-71. – Anderson S., The Light and the Line: Florestano Di Fausto and the Politics of “Mediterraneità”, California Italian Studies, 1(1), 2010. [3] https://www.treccani.it/enciclopedia/florestano-di-fausto_%28Dizionario-Biografico%29/ Ανακτήθηκε: Σεπτέμβριος 2021. [4] Κολώνας Β., Ιταλική Αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα (1912-1943). Italian Architecture in the Dodecanese Islands (1912-1943), Αθήνα 2002, σσ. 23-24.

31 views0 comments
bottom of page