top of page
  • Kostas Kogiopoulos

Η ΕΠΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΦΙΛΟΚΤΙΣΤΗ, ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΤΟ ΝΑΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΝΑΥΚΛΗΡΟΥ

Ο Ιταλός αρχαιολόγος Salvatore Cosentino παρατήρησε και μελέτησε μια μικρή λεπτομέρεια στην αριστερή γωνία της πρόσοψης της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη του Ναύκληρου, όπου βρίσκεται μια επιγραφή χαραγμένη σε πέτρα (τοπικό ασβεστόλιθο - αμυγδαλόπετρα), που έχει μήκος 125 cm και ύψος 32 cm.

Η επιγραφή είναι γραμμένη σε δύο γραμμές - εκ των οποίων η πάνω (στο κέντρο της οποίας έχει χαραχτεί ένας σταυρός) είναι πολύ μακρύτερη από την κάτω. Το σχήμα του σταυρού είναι ιδιαίτερο, παρουσιάζει δύο βραχίονες (το κάθετο μήκους 15 cm, το οριζόντιο 11 cm) με απλό και γραμμικό τρόπο γύρω από τον οποίο επανασχεδιάζεται ένας δεύτερος σταυρός, ο οποίος πλαισιώνει τον πρώτο. Φαίνεται ότι ακόμη και στην ίδια πέτρα στο κάτω μέρος της υπήρχε μια άλλη επιγραφή, η οποία σήμερα, λόγω της διάβρωσης που υπέστη η πέτρα, είναι δυσανάγνωστη. Το αρχιτεκτονικό κομμάτι στο οποίο έχει χαραχτεί η επιγραφή είναι αναμφισβήτητα από την περιοχή της περιτειχισμένης πόλης, αφού γνωρίζουμε ότι στο εσωτερικό της υπήρχε η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη που χτίστηκε τον 15ο αι. από τους Ιππότες του Αγίου Ιωάννη. Η εκκλησία αποσυναρμολογήθηκε και ανοικοδομήθηκε στη σημερινή της θέση το 1942, προκειμένου να ελευθερωθεί η περιοχή του ιερού της Αφροδίτης. Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε πριν από την αποσυναρμολόγηση του κτηρίου από τον Mario Paolini δείχνει ότι το στοιχείο στο οποίο η επιγραφή είναι χαραγμένη ήταν μέρος του υλικού που χρησιμοποιήθηκε στην αρχική φάση της κατασκευής της εκκλησίας.

Το κείμενο έχει ως εξής:

† ΝΙΚΑ Η ΤYΧΗ ΔΗ ╬ ΜΗΤ (Ρ) ΗΟΥ ΤΟΥ ΦΙΛΩ

ΚΤΙΣΤΟΥ

† Νικᾷ ἡ τύχη Δημήτ (ρ)ήου το φιλoκτίστου.

«Νικάει η τύχη του Δημητρίου, του εραστή της οικοδόμησης»

Η επιγραφή παρουσιάζει μια στερεότυπη μορφή όπως βρισκόταν κυρίως σε οικοδομήματα δημόσιας χρήσης.

Η Τύχη, ως προσωποποίηση της μεταβαλλόμενης και απρόβλεπτης επιρροής που επηρεάζει τη ζωή των ανθρώπων, έλαβε διάφορες μορφές λατρείας στον κλασικό και ελληνιστικο-ρωμαϊκό κόσμο, που συνδέονται κυρίως με την τελετουργική διαδικασία μιας συγκεκριμένης πόλης ή των αρχόντων.

Στην ύστερη αρχαιότητα συνεχίζεται αυτή η παράδοση στο πλαίσιο του αστικού συμβολισμού, επεκτείνοντας την επίκληση σε καλή τύχη και σε άλλους, όπως π.χ. στις παρατάξεις του σταδίου, στους αρματοδρόμους και τους χορηγούς τους. Η «τύχη» που επικρατεί και καθορίζει τα άτομα, στην εκχριστιανισμένη πλέον Αυτοκρατορία μετατρέπεται σε στοιχείο παντοδυναμίας της θείας θέλησης. Μέσω της σχέσης μεταξύ καλής τύχης, επιτυχίας και υποστήριξης του Θεού, η τύχη αποκτά μια οντολογική έννοια στην ύστερη ρωμαϊκή αυτοκρατορική εξουσία, η οποία, ακριβώς επειδή ήταν επιθυμητό από τον Θεό, η (εξουσία) δεν μπορεί να αποτύχει παρά να είναι νικητής και «ευτυχής», δηλαδή νικητής και τυχερός (που φέρει τύχη).

Ο Δημήτριος της επιγραφής μπορούσε επομένως να είχε αναλάβει και κάποιο δημόσιο αξίωμα, παρόλο που για κάποιο λόγο δεν αναφέρεται κάτι σχετικό.

Η εικονογραφία του Σταυρού που βρίσκεται στο κέντρο της εγγραφής φαίνεται μάλλον μοναδική και πολύ διαφορετική από τις τυπολογίες που πιστοποιήθηκαν στην ύστερη αρχαιότητα. Μπορεί να υποτεθεί ότι είχε αρχικά χαραχθεί ανάγλυφο και επειδή είχε φθαρεί, επαναχαράχτηκε στη σημερινή του μορφή. Εκτός αν ο δεύτερος σταυρός, ο οποίος πλαισιώνει τον εσωτερικό σταυρό δεν είχε χαραχθεί όταν αποσυναρμολογήθηκε η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη. Στο ανάγλυφο που δημιουργήθηκε από τον Paolini διαφαίνεται ένας μοναδικός σταυρός χωρίς καμιά διαμόρφωση πλαισίου.






ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ

Ο τύπος επίκλησης «νικᾷ η τύχη» χρησιμοποιείται κυρίως στον 6ο και 7ο αι. (παρόλο που υπάρχουν παραδείγματα του 5ου αιώνα). Η γλώσσα της εγγραφής είναι ουσιαστικά ορθή, εκτός από μία περίπτωση του Δημητρήου αντί του Δημητρίου (Ητακισμός).

Η παλαιογραφία παρουσιάζει αναλογίες με τα γραπτά του 7ου αι. που παράγονται στην Κρήτη, τη Σαρδηνία, την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και την ίδια την Κω. Η επιμήκης γραφή και τα ακανόνιστα γράμματα (των οποίων το μέσο ύψος είναι 4 εκατοστά) φαίνεται να επιβεβαιώνει μια χρονολόγηση την περίοδο των Ηρακλειδών.

Το κείμενο είναι μετάφραση της εργασίας του Ιταλού αρχαιολόγου Salvatore Cosentino, “La città di Kos e il ruolo dell’istituzione episcopale. I.2. Episcopato e società a Kos tra IV e VIII secolo”.

8 views0 comments
bottom of page